Το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων τίμησε την Πέμπτη 16 Μαΐου στον χώρο εκδηλώσεων της Βουλής (Αμαλίας 22-24) τη μνήμη του φιλολόγου, μελετητή της νεοελληνικής ποίησης και πανεπιστημιακού δασκάλου Γιάννη Αποστολάκη (1886 -1947), μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες και θεωρητικά εξοπλισμένες κριτικές φωνές του μεσοπολέμου.
Την εκδήλωση, που εντάσσεται στον κύκλο «Πρόσωπα Άξια Τιμής», συντόνισε η κριτικός Ελισάβετ Κοτζιά, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων. Στην εισαγωγική της ομιλία αναφέρθηκε στις ρομαντικές καταβολές του Γιάννη Αποστολάκη και τόνισε την καινοτόμο συμβολή του στα ελληνικά γράμματα, που αποκρυσταλλώθηκε στην ανάδειξη της σπουδαιότητας της ποίησης του Σολωμού και των δημοτικών τραγουδιών.
Στην εισήγησή του με τίτλο «...Είδε σωστά μα έκρινε άδικα...» ο Αλέξης Πολίτης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, αναφέρθηκε στον «μεγάλο αρνητή», τον μοναχικό αλλά και χαρισματικό δάσκαλο Γιάννη Αποστολάκη και στην επίδραση που άσκησε σε μελετητές όπως ο Κ.Θ. Δημαράς, ο Ι.Θ. Κακριδής, ο Ηρακλής Αποστολίδης, ο Λίνος Πολίτης, ο Μανόλης Ανδρόνικος κ.ά. Εκπρόσωπος του «ιδανισμού», ο Αποστολάκης αντιμετωπίζει την ποίηση ως τέχνη του υψηλού που αίρεται πάνω από την καθημερινότητα, ενώ αποτιμά το έργο των νεοελλήνων ποιητών έχοντας ως απόλυτο μέτρο σύγκρισης τον Σολωμό. Καταλυτική υπήρξε και η συμβολή του στη μελέτη της αισθητικής του δημοτικού τραγουδιού, αλλά και ο έλεγχος που άσκησε ως προς την αυθεντικότητα του υλικού και τα κριτήρια «αποκατάστασης» των δημοτικών τραγουδιών στις συλλογές του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου και του Νικολάου Πολίτη.
Η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, ομότιμη καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εκκινώντας από τη μελέτη του Αποστολάκη για τον Θωμά Καρλάυλ, αναφέρθηκε στην αντίληψη περί «ηρωϊσμού» στη ζωή και στην ποίηση, σημείο ταύτισης του Έλληνα φιλολόγου με τον Σκώτο στοχαστή, η οποία παρέχει κλειδιά για την ερμηνεία του μείζονος κριτικού του έργου Η ποίηση στη ζωή μας. Χαρακτηρίζοντας τον Αποστολάκη αινιγματική περίπτωση στα ελληνικά γράμματα που υπερβαίνει τις κατηγοριοποιήσεις, επισήμανε την ένταση, το πάθος και την παλλόμενη γλώσσα της γραφής του, καθώς και τις εκλεκτικές του συγγένειες με τους ρομαντικούς της Σχολής της Ιένας, Σλέγκελ, Σέλινγκ και Νοβάλις. Το ιδεώδες του για την ποίηση ως «αστραφτερής επιφάνειας ενός πνευματικού βάθους» προϋποθέτει την «άρνηση» ως εχέγγυο πνευματικής ελευθερίας και τη μόνωση ως εργαλείο του ποιητή, αμφισβητώντας τον αστικό, ατομικιστικό φιλελευθερισμό και τον εργαλειοποιημένο ορθό λόγο.
Τέλος, ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Παντελής Μπουκάλας, αναφερόμενος στην πρόσληψη του Γιάννη Αποστολάκη από τους νεότερους, τον χαρακτήρισε «παρόντα-απόντα» στην ελληνική γραμματολογία, λόγω της αρνητικής του στάσης απέναντι σε ποιητικά μεγέθη όπως ο Κάλβος, ο Παλαμάς και ο Καβάφης. Οξυδερκής αναγνώστης του δημοτικού τραγουδιού, ο Γιάννης Αποστολάκης ομολογεί την εξωτερική σχέση που είχε με την ανώνυμη ποίηση και αναγνωρίζει ότι «δεν ζούμε πια μαζί» και ότι «έχουμε αποξενωθεί» από αυτή τη μορφή δημιουργίας. Η διεξοδική κριτική που άσκησε στις συλλογές δημοτικών τραγουδιών του Σπ. Ζαμπέλιου, του Π. Αραβαντινού και του Ν. Πολίτη παραμένει εξαιρετικής σημασίας, γιατί αποκάλυψε τη νόθευση της γλωσσικής μορφής και του περιεχομένου των τραγουδιών με κριτήρια αυθαίρετα, είτε αισθητικά είτε ιδεολογικά.
Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους και συμμετείχαν στη συζήτηση έγκριτοι πανεπιστημιακοί και ερευνητές. Από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων παρέστησαν η γενική γραμματέας Νίκη Μαρωνίτη, ο πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής Τάσος Σακελλαρόπουλος, καθώς και μέλη της Εκτελεστικής και της Επιστημονικής Επιτροπής.
Φωτογραφίες: Γιώργος Παπαθανασίου